Τον τελευταίο μήνα παρακολουθώ με ενδιαφέρον σειρά κειμένων που δημοσιοποιούνται καθώς και απόψεις φορέων αλλά και πολιτικών παρατάξεων σχετικά με το θέμα της κατάργησης ή μη της κατάρτισης και των εξετάσεων για τους Ενεργειακούς Επιθεωρητές Κτιρίων, Συστημάτων Θέρμανσης και Κλιματισμού, καθώς και για το ποιοι τελικά έχουν το δικαίωμα να διεξάγουν τις ενεργειακές επιθεωρήσεις και συνεπώς να αμείβονται από την έκδοση του σχετικού Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης (ΠΕΑ) ή των Τεχνικών Εκθέσεων για τα συστήματα Θέρμανσης και Κλιματισμού.
Φυσικά και δεν θέλω να υποβαθμίσω την αγωνία των συναδέλφων για την εξασφάλιση μιας δίκαιης αμοιβής, ειδικά στις δύσκολες οικονομικές περιόδους που ζούμε. Επίσης, κατανοώ τις ανακοινώσεις κομμάτων και φορέων, που σε κάθε περίπτωση θα ήθελαν να ευνοηθούν τα μέλη τους. Όμως, δεν είδα πουθενά να αναφέρεται το βασικό θέμα που θα έπρεπε να μας απασχολεί ως πολίτες αυτής της όμορφης μεν άτυχης δε χώρας. Κατά την ταπεινή μου άποψη, όλη αυτή η προσπάθεια του συνόλου των μηχανικών θα έπρεπε να συμβάλει στην εθνική ανάγκη για εξοικονόμηση ενέργειας, για μείωση του ενεργειακού κόστους και για την ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας και ανεξαρτησίας.
Επιτρέψτε μου συνεπώς να διατυπώσω μια ξεκάθαρη άποψη, ως μηχανικός με περίπου 35 χρόνια ενασχόλησης με τα ενεργειακά θέματα (από ερευνητική, εκπαιδευτική αλλά και καθαρά πρακτική σκοπιά). Δυστυχώς, η συνολική προσπάθεια για την καθιέρωση της διαδικασίας ενεργειακής αναβάθμισης, ορθολογικής χρήσης και εξοικονόμησης ενέργειας στον κτιριακό τομέα, ελάχιστα βελτίωσε την ενεργειακή κατάσταση στη χώρα μας. Η εξήγηση απλή μεν, δυσάρεστη δε! Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο, γιατί σχεδόν κανείς δεν ήθελε να δει την ευρωπαϊκή αυτή πρωτοβουλία σαν μια ευκαιρία για μείωση των εισαγωγών ενέργειας και περιορισμού της ενεργειακής σπατάλης, αλλά σαν ευκαιρία για ενίσχυση του κύκλου εργασιών των μηχανικών. Επιπλέον, η εκάστοτε πολιτική ηγεσία θεώρησε την προσπάθεια αυτή σαν μια δυσάρεστη υποχρέωση, που έπρεπε κάπως να τη διαχειριστεί ώστε να εισπραχθούν τα μέγιστα πολιτικά κέρδη.
Στο πλαίσιο αυτό ακόμα και σήμερα η ελληνική Πολιτεία δεν έχει απαντήσει σε ορισμένα θεμελιώδη ερωτήματα, όπως:
1) Ποια είναι η ενεργειακή πολιτική που εφαρμόζει η χώρα μας γενικότερα και ειδικότερα στο κτιριακό τομέα με προοπτική το 2030; Να αναφερθεί ένα απλό και τυπικό για την ελληνική πραγματικότητα παράδειγμα. Η ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Ήπιων Μορφών Ενέργειας & Προστασίας Περιβάλλοντος (www.sealab.gr) κατέθεσε με δική της επίμονη προσπάθεια (!) σχετική ολοκληρωμένη πρόταση συμβολή στον ενεργειακό σχεδιασμό του κτιριακού τομέα της χώρας μας ήδη από το Σεπτέμβριο του 2014, ώστε να αξιοποιηθούν και τα αρκετά δισεκατομμύρια που προσφέρει η Ε.Ε. στο συγκεκριμένο τομέα. Η μελέτη αυτή βραβεύτηκε ως 2η από τις 28 προτάσεις των κρατών μελών της Ε.Ε. Έκτοτε η υλοποίησή της αναμένεται … Αντιθέτως, η χώρα μας, λόγω της μη εφαρμογής της ως άνω μελέτης και του βέλτιστου κόστους (cost-optimal), εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να αντιμετωπίζει πρόβλημα με τις εκ των προτέρων «αιρεσιμότητες» (Ex ante conditionality), για να ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα ΕΣΠΑ και ειδικότερα η θεματική ενότητα 4, που αφορά στην προώθηση οικονομικά αποτελεσματικών βελτιώσεων στην αποδοτικότητα της χρήσης ενέργειας από της τελικούς χρήστες, κτλ. Οι αιρεσιμότητες αναφέρονται στην σελ 39 του οδηγού ΕΣΠΑ.
Αντίστοιχα, το ημερήσιο πρόστιμο που έχει προταθεί για την Ελλάδα, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις σχετικές απαιτήσεις ανέρχεται στα περίπου 30000 Ευρώ/ημέρα!
2) Μπορεί να αξιολογηθεί και να πιστοποιηθεί ενεργειακή αναβάθμιση ενός κτιρίου χωρίς συστηματικές μετρήσεις και καταγραφή στοιχείων και δεδομένων; Μέχρι σήμερα η όλη προσπάθεια βασίζεται στην εφαρμογή κάποιου (αξιόπιστου κατά τεκμήριο) λογισμικού, το οποίο εκτελείται αρχικά με κάποια δεδομένα (δηλαδή μια υποθετική κατάσταση του κτιρίου όπως εκτιμά ότι ήδη λειτουργεί ο μελετητής) και ακολούθως επαναλαμβάνεται η εφαρμογή του λογισμικού με κάποιες προτάσεις του μελετητή, ώστε να βελτιώνεται η ενεργειακή κατανάλωση του κτιρίου σύμφωνα πάντα με τα υπολογιστικά αποτελέσματα του λογισμικού. Σε καμιά περίπτωση δεν γίνεται έλεγχος εφαρμοσιμότητας των προτάσεων και φυσικά δεν εκτελούνται οι απαραίτητες μετρήσεις ούτε για την αρχική ούτε για την τελική κατάσταση του κτιρίου. Συνεπώς, όλα αυτά που τελικά καταγράφονται στην πραγματικότητα αντιστοιχούν σε έναν φανταστικό κόσμο προσομοίωσης που ο εκάστοτε μελετητής με τη συνδρομή ή όχι του ιδιοκτήτη εφαρμόζει. Το αποτέλεσμα γνωστό και δυστυχώς αποδεκτό. Διάφορα απίθανα αποτελέσματα, που σε κάποιες περιπτώσεις «βγάζουν μάτι», οπότε και προκαλούν τον έλεγχο των ελεγκτικών μηχανισμών του αρμόδιου Υπουργείου. Εν κατακλείδι, θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να δημοσιοποιηθεί σε πόσες περιπτώσεις Ενεργειακών Επιθεωρήσεων υπάρχει αποδεδειγμένη εξοικονόμηση ενέργειας και αν πράγματι υπάρχει με ποιο κόστος!
3) Είναι οι απόφοιτοι (ιδιαίτερα οι άρτι αποφοιτήσαντες) των ελληνικών ΑΕΙ (τεχνολογικής κατεύθυνσης) ενημερωμένοι κατάλληλα για την εκτέλεση της ενεργειακής αξιολόγησης κτιρίων; Σε ποιο βαθμό και ποιες σχολές ή και Ιδρύματα παρέχεται αυτή η εκπαίδευση; Από την ανάλυση των Προγραμμάτων Σπουδών μεγάλου αριθμού Πολυτεχνικών Σχολών και Τμημάτων ΤΕΙ, ιδιαίτερα περιορισμένος είναι ο αριθμός των προπτυχιακών Προγραμμάτων, τα οποία σαφώς έχουν ενσωματώσει μετά το 2010 στα προσφερόμενα μαθήματα γνωστικά αντικείμενα συναφή με την Εξοικονόμηση Ενέργειας στον κτιριακό τομέα και παρέχουν στοιχειώδεις πληροφορίες για τις Ενεργειακές Επιθεωρήσεις. Για παράδειγμα έχει ο τοπογράφος μηχανικός γνώσεις για ενεργειακούς ισολογισμούς κτιρίων, ο ηλεκτρολόγος μηχανικός την απαραίτητη εμπειρία για αξιολόγηση κεντρικών θερμάνσεων ή ο χημικός μηχανικός δυνατότητα ελέγχου κλιματιστικών μονάδων; Φυσικά, αντίστοιχα ερωτήματα μπορούν να τεθούν για κάθε κλάδο των μηχανικών.
Τα ερωτήματα αυτά ποτέ δεν απαντήθηκαν τεκμηριωμένα από τους λαμβάνοντες τις αποφάσεις. Το αποτέλεσμα της χωρίς κεντρική κατεύθυνση πολιτικής οδήγησε στην απαξίωση της διαδικασίας ενεργειακής επιθεώρησης-αναβάθμισης από το κοινωνικό σύνολο, καθώς όλοι το θεώρησαν σαν ένα ακόμα τέλος (ευτελούς πλέον αξίας) που καταβάλλεται προς την Πολιτεία με παράλληλο όφελος και μιας ισχυρής συντεχνίας. Άρα ο βασικός στόχος έχει ήδη χαθεί! Ενώ ο σκοπός της ευρωπαϊκής αυτής στρατηγικής ήταν ο περιορισμός της ενεργειακής σπατάλης στον κτιριακό τομέα (θυμάται άραγε κανείς ότι για το 2020 θα πρέπει να έχει μειωθεί η κατανάλωση ενέργειας κατά 20%; Μας λέει τίποτα η έκφραση Κτίρια Σχεδόν Μηδενικής Ενεργειακής Κατανάλωσης;) τελικά όλη η διαδικασία έχει καταλήξει σε εμφύλια διαμάχη μεταξύ των μηχανικών, ενώ στην πραγματικότητα κανείς ιδιοκτήτης δεν ενδιαφέρεται καν να εφαρμόσει προτάσεις ενεργειακής αναβάθμισης παρά μόνο να αποκτήσει το σχετικό πιστοποιητικό με το ελάχιστο κόστος.
Η πλέον πρόσφατη πράξη της ελληνικής αυτής φαρσοκωμωδίας παίζεται τις μέρες αυτές όπου ξαφνικά προέκυψε ότι για την έλλειψη ενεργειακής στρατηγικής και την αναποτελεσματικότητα της προσπάθειας εξοικονόμησης ενέργειας ευθύνεται η προφανής απαίτηση για αξιολόγηση των εν δυνάμει Ενεργειακών Επιθεωρητών. Ως ΑΜΙΣΘΟ μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής Ενεργειακών Επιθεωρητών μπορώ να διατυπώσω την εκτίμηση ότι οι ίδιοι οι διοργανωτές των εξετάσεων με τον τρόπο τους αποθάρρυναν την εξέταση των υποψήφιων ενεργειακών επιθεωρητών, είτε με χρονοβόρες διαδικασίες είτε με τη συνολική διαχείριση του θέματος. Επιπλέον, κανείς δεν έχει λόγο να υποβληθεί σε μια εξέταση και να καταβάλει κόπο για κάτι που από την έναρξη της διαδικασίας φημολογείται ότι «οσονούπω» θα καταργηθεί! Προφανώς και δεν μας ενδιαφέρει ως χώρα ότι στη συντριπτική πλειοψηφία (22/28) των κρατών μελών της Ε.Ε. λειτουργούν οργανωμένα συστήματα εξέτασης υποψήφιων Ενεργειακών Επιθεωρητών.
Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε κατά την περίοδο 2010-2016 να αναπτυχθεί μια αξιόλογη οικονομική και σε ένα βαθμό επιστημονική δραστηριότητα, με τη λειτουργία διαφόρων κέντρων εκπαίδευσης, τη συγγραφή και διάθεση (με αμοιβή) σημειώσεων, την ανάπτυξη λογισμικού, την καταβολή παραβόλων εξετάσεων, κ.λπ. Και για μια ακόμα φορά, όσοι αφελείς (περίπου 600), ακολούθησαν την κείμενη νομοθεσία, καταβάλλοντας το αντίστοιχο χρηματικό αντίτιμο και συμμετέχοντας στη σχετική εκπαίδευση και αξιολόγηση για την απόκτηση του τίτλου του Ενεργειακού Επιθεωρητή, βλέπουν τις προσπάθειες και τα έξοδά τους να ακυρώνονται.
Με γνώμονα τα παραπάνω, το βασικό ερώτημα δεν είναι πως θα επιλέγονται οι Ενεργειακοί Επιθεωρητές στη χώρα μας. Αντιθέτως ο στόχος μας πρέπει να είναι με ποιο τρόπο θα περιορισθεί αποδεδειγμένα η ενεργειακή σπατάλη στον εγχώριο κτιριακό τομέα και ακολούθως πως θα εξασφαλίσουμε τα απαραίτητα στελέχη που θα συμβάλλουν στην εθνική αυτή προσπάθεια.
Επαναλαμβάνω συνεπώς τα ερωτήματα.
Υπάρχει εθνική ενεργειακή πολιτική η οποία να εφαρμόζεται για την εξοικονόμηση ενέργειας στον κτιριακό τομέα, που απορροφά περισσότερο από το 40% της πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας της χώρας μας;
Παρέχουν τα προγράμματα σπουδών των ελληνικών ΑΕΙ τις απαιτούμενες γνώσεις για την αξιόπιστη συμβολή των αποφοίτων τους στην ευρωπαϊκή προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας; Έχει πράγματι την εμπειρία και τις γνώσεις ο «άρτι αποφοιτήσας» μηχανικός να διεξάγει με αποτελεσματικότητα έναν ενεργειακό έλεγχο;
Έχουν οι μέχρι σήμερα διεξαχθείσες ενεργειακές επιθεωρήσεις επιστημονική επαλήθευση και ποια είναι η πραγματική (μετρημένη) εξοικονόμηση ενέργειας που έχει επιτευχθεί στη χώρα μας στο διάστημα εφαρμογής τους;
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια είχαμε ένα σύστημα που αν και ξεκίνησε με καλές προοπτικές στο τέλος εμφάνισε σημαντικές παθογένειες. Όμως αντί να επιχειρήσουμε να βελτιώσουμε το συγκεκριμένο αυτό σύστημα, προκρίνεται η επιλογή να καταργηθεί οποιαδήποτε αξιολόγηση των υποψήφιων ενεργειακών επιθεωρητών, οπότε η διεξαγωγή των επιθεωρήσεων να αφεθεί στον πατριωτισμό των ελλήνων μηχανικών. Παραδέχομαι ότι η απόφαση αυτή κρύβει υψηλής ποιότητας χιούμορ, που ως κοινός θνητός αδυνατώ να το κατανοήσω. Προφανώς με τον αντίστοιχο πατριωτισμό θα περιορίσουμε τις εισαγωγές ενέργειας (που απορροφάνε μόνο 10 δισεκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο, ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ τα τελευταία 30 έτη), θα προστατεύσουμε το περιβάλλον από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ενεργειακής εφοδιαστικής αλυσίδας, ενώ η ποιότητα ζωής των ενοίκων των ελληνικών κτιρίων θα αναβαθμισθεί αυτόματα.
Σε αυτή λοιπόν τη χώρα που δεν απόκτησε ποτέ σταθερή και εμπνευσμένη ενεργειακή πολιτική, που αδυνατεί να αξιολογήσει τις δεξιότητες και τις γνώσεις των αποφοίτων των ελληνικών ΑΕΙ και που ο καθένας είναι αυτό που δηλώνει, έχουμε την πεποίθηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαθέσει για μια ακόμα φορά ορισμένα δισεκατομμύρια έτσι ώστε ίσως το 2030 να υλοποιηθούν επιτέλους οι στόχοι του 2020! Καλή μας τύχη…
Δρ Ι.Κ. Καλδέλλης
Εργαστήριο Ήπιων Μορφών Ενέργειας & Προστασίας Περιβάλλοντος (www.sealab.gr)
Καθηγητής ΑΕΙ Πειραιά Τ.Τ.
Δ/ντης Κέντρου Τεχνολογικής Έρευνας Πειραιά & Νήσων